Ρουμπίνι ονομάζεται το κορούνδιο που έχει κόκκινο χρώμα. Τα κορούνδια με άλλο χρώμα εκτός του κόκκινου, λέγονται ζαφείρια. Σε αρχαία κείμενα συναντάμε για το ρουμπίνι την ονομασία «σάπφειρος πορφυρίτης» ή ¨σάπφειρος πορφυρίζων» Το κόκκινο χρώμα προκαλείται από προσμίξεις χρωμίου. Υπάρχουν όμως και ρουμπίνια σε ροζ χρώμα, σκούρο κόκκινο και καφέ.
Το όνομα του προέρχεται από την λατινική λέξη rubber, που θα πει κόκκινο. Το ρουμπίνι σαν κορούνδιο, έχει χημικό τύπο Al2O3 και σκληρότητα 9. Παράγεται στη Σρι Λάνκα, Τανζανία, Κένυα, Μαδαγασκάρη και Καμπότζη. Τα πιο διάσημα ρουμπίνια έχουν βρεθεί στην κοιλάδα Μογκούλ, στην Μυανμάρ (πρώην Βιρμανία). Το μοναδικό κόκκινο χρώμα των ρουμπινιών Μογκούλ περιγράφεται παραστατικά, σαν «αίμα τρυγονιού». Όλο και λιγότερα ρουμπίνια βρίσκονται πλέον στην περιοχή Μογκούλ, ενώ στο ήδη εξορύσσονται ρουμπίνια και άλλες περιοχές της Μυανμάρ, όπως η Μονκ Χσου, και η Ναμ Για.
Τα ρουμπίνια συχνά έχουν εγκλείσεις και ατέλειες, τα οποία όμως αποτελούν στοιχεία της ταυτότητας τους, και διευκολύνουν το δύσκολο έργο της διάκρισης τους από τα συνθετικά. Μία συνηθισμένη έγκλειση, είναι τα χρυσαφί βελονάκια του ρουτιλίου, τα οποία όμως, αν υπάρχουν σε μεγάλη ποσότητα, τα απομακρύνουν τεχνητά, γιατί μειώνουν την διαφάνεια του ρουμπινιού. Σήμερα όλα σχεδόν τα ρουμπίνια έχουν υποστεί κάποια επεξεργασία για την ανάδειξη της ποιότητας τους. Κάποιες από αυτές τις επεξεργασίες θεωρούνται «αποδεκτές», όπως η χρωματική ενίσχυση που γίνεται με θέρμανση της ανεπεξέργαστης πέτρας στους 1800ο C. Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν και άλλες δραστικές επεξεργασίες, όπως η λεγόμενη “lead glass” που μεταμορφώνει ρουμπίνια γεμάτα ατέλειες, σε κατάλληλα για κοσμήματα.
Τα ρουμπίνια ενίοτε κόβονται με κοπή καμπουσόν, ιδίως όταν εμφανίζουν το φαινόμενο του αστερισμού το οποίο αναδεικνύεται σε καμπουσόν πέτρες. . Ένα τέτοιο καμπουσόν ρουμπίνι βάρους 38 καρατίων, πουλήθηκε το 2006 σε δημοπρασία στο απίστευτο πόσο των 5.860.000 δολαρίων. Αυτά βέβαια αφορούν την διάφανη ποιότητα ρουμπινιού, γιατί η αδιάφανη έχει πολύ μικρή αξία. Το μεγαλύτερο επεξεργασμένο ρουμπίνι έχει το όνομα Ραβιράτνα, είναι 3600 καράτια, και ανήκει σε ένα μανιώδη συλλέκτη ρουμπινιών, τον δικηγόρο Vidyaraj από το Μπανκαλόρ της Ινδίας. Η συνήθης επεξεργασία των ρουμπινιών όπως και όλων των ακριβών διάφανων πετρών είναι το ταγιάρισμα με το οποίο αναδεικνύεται το χρώμα και η ποιότητα της πέτρας και προσδίδεται σε αυτήν υπεραξία.
Από το 1837 ήδη έχουν κατασκευαστεί συνθετικά ρουμπίνια. Όμως εδώ και χρόνια η ποιότητα των συνθετικών είναι τόσο τέλεια, που μόνον εξειδικευμένα γεμολογικά εργαστήρια μπορούν να τα διακρίνουν. Μεγάλη οπτική ομοιότητα με τα ρουμπίνια, έχουν κάποιες ποιότητες κόκκινου σπινέλιου, κόκκινης τουρμαλίνης (ρουμπελίτη), και πυρωπού γρανάτη.
Το ρουμπίνι της Carmen Lúcia ανήκει στο μουσείο φυσικής ιστορίας Smithsonian στην Ουάσιγκτον. Είναι 23,1 ct. Έχει εξορυχτεί το 1930, από την περιοχή Μογκούλ της πρώην Βιρμανίας. Είναι δεμένο σε δαχτυλίδι με πλατίνα και διαμάντια. Εξαιρετικά σπάνιο λόγω του μεγέθους, του χρώματος της διαφάνειας , και της κοπής του. Παραγγέλθηκε από τον επιχειρηματία Peter Buck εις μνήμην της γυναίκας του Carmen Lúcia.