|
Ο Γάλλος René Jules Lalique (1860 – 1945) υπήρξε μία εξέχουσα φυσιογνωμία των κινημάτων τέχνης Αρτ Νουβό και Αρτ Ντεκό στα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τα χρόνια του μεσοπολέμου. Ήταν κατά βάση υαλουργός, ή πιό σωστά γλύπτης γυαλιού, αλλά παράλληλα κατασκεύασε κοσμήματα, επιτραπέζια ρολόγια, πολυελαίους και άλλα διακοσμητικά αντικείμενα.
Σπούδασε καλές τέχνες στην Ecole des Arts Decoratifs στο Παρίσι και μαθήτευσε δίπλα στον χρυσοχόο Louis Aucoc. Την τέχνη του γυαλιού έμαθε στην Sydenham Art College του Λονδίνου όπου σπούδασε για δύο χρόνια.
Κοισμήματα σχεδίασε κυρίως για τους οίκους Cartier και Boucheron μέχρι το 1885 οπότε ξεκίνησε τη δική του επιχείρηση. Το έργο του Λαλίκ αναγνωρίστηκε από τους σύγχρονούς του , και το όνομά του έγινε συνώνυμο της δημιουργικότητας, υψηλής αισθητικής και ποιότητας.
Στο νούμερο 24 της εμβληματικής Πλας Βαντόμ στο Παρίσι, στο ίδιο σημείο που εκτίθεντο τα έργα του Λαλίκ από το 1905 μέχρι το 1935 θα ανοίξει σε λίγες ημέρες μία νέα μπουτίκ κοσμήματος με την επωνυμία Lalique. Η διακόσμηση του νέου καταστήματος θυμίζει την αισθητική Αρτ Ντεκό της εποχής που ο Λαλίκ μεσουρανούσε. Οι διακοσμητές του καταστήματος προσπάθησαν να πετύχουν μία σχεδιατική ισοροπία ανάμεσα στη μεγαλοπρέπεια και την ποιητική απλότητα. Οι αντιθέσεις που ήταν το σήμα κατατεθέν του “Γλύπτη του Φωτός” αποδίδονται με ματ δέρμα συγχρόνως με λαμπερές λάκες, θερμό ξύλο με ψυχρά μάρμαρα, άσπρο με μαύρο.
Το νέο κατάστημα Lalique
Μενταγιόν " Γυναικείο πρόσωπο". Από χρυσό με ελεφαντόδοντο διαμάντια ζαφείρια και σμάλτο. Παρίσι 1897.
Δεξιά Η Αρπαγή της Διηάνειρας από τον Κένταυρο Νέσσο. Μενταγιόν από χρυσό με σμάλτο, σκλαισμένο ελεφαντόδοντο και οπάλιος. Παρίσι 1902.
Τα δύο κοσμήματα βρίσκονται σε συλλογή κοσμημάτων Lalique στο μουσείο Gulbekian στη Λισαβώνα.