|
Η Βαφική διαπλέκεται ανά τους αιώνες με την «πολύφημον και ιεράν τέχνην της χρυσοποιίας». Η προσπάθεια ήταν να επιτευχθεί η βαφή του κράματος όχι μόνον επιφανειακά, αλλά σε ολόκληρη την μάζα του, δηλαδή η μετουσίωση ενός αγενούς μετάλλου σε χρυσό.
Παράλληλα με την μετουσίωση των μετάλλων σε χρυσό η βαφική είχε σαν αντικείμενο την βαφή των υάλων ώστε να προσομοιάζουν με πολύτιμους λίθους. Ήταν με άλλα λόγια η ευγενής προσπάθεια των σοφών της εποχής, να δώσουν στους ανθρώπους υλικά όμορφα και χρήσιμα, όπως οι πολύτιμοι λίθοι και τα μέταλλα, σε μεγάλες ποσότητες που η φύση δεν τα έδινε. Μία τεχνική της βαφικής ήταν και η «δίπλωσις». Πίστευαν ότι όπως σπέρνουμε το σιτάρι, και από ένα σπόρο παίρνουμε πολλούς, έτσι και μπορούμε ξεκινώντας από μία ποσότητα χρυσού, να δημιουργήσουμε πολλαπλάσια ποσότητα. Στην «Βιβλιοθήκη των Φιλοσόφων Χημικών»του Salmon, το 1680, δίνεται ο ορισμός της φιλοσοφικής λίθου; «Το γενικό φάρμακο όλων των ατελών μετάλλων, αυτό που στερεοποιεί κάθε περιττό, που απομακρύνει κάθε ακαθαρσία, και προσδίδει στο μέταλλο βαφή και λάμψη, ανώτερη της φυσικής»